Το πρωί της 13ης Οκτώβρη 1944 ο λαός της πρωτεύουσας συνέχιζε το πανηγύρι για την απελευθέρωση από τους Γερμανούς. Ομως, την ίδια ώρα στον Πειραιά ο ΕΛΑΣ έδινε μάχες για τη σωτηρία των λιμενικών εγκαταστάσεων, της Ηλεκτρικής Εταιρίας (ΠΑΟΥΕΡ) και όλων των εργοστασίων. Αν καταστρεφόταν το εργοστάσιο της Ηλεκτρικής, το μόνο που παρήγαγε ηλεκτρική ενέργεια, η Αθήνα και ο Πειραιάς για πολλούς μήνες θα βυθίζονταν στο σκοτάδι. Για μεγάλο διάστημα δε θα δούλευαν τα εργοστάσια και θα υπολειτουργούσε το λιμάνι, ενώ δε θα λειτουργούσαν ο Ηλεκτρικός Σιδηρόδρομος, ούτε και τα τραμ που εκτελούσαν τη γραμμή Αθήνας - Πειραιά.
Ωρα 9.45 το πρωί της 12ης Οκτώβρη του 1944. Τα ναζιστικά στρατεύματα αποχωρούν απ' την Αθήνα. Ο λαός αρχίζει να βγαίνει στους δρόμους. Οι μάχες όμως δεν έχουν τελειώσει.
Τέσσερα τάγματα του Α' Συντάγματος του ΕΛΑΣ στον Πειραιά έχουν μερόνυχτα να κλείσουν μάτι. Από τις αρχές του Σεπτέμβρη η διοίκηση του Α' Συντάγματος του ΕΛΑΣ έχει την πληροφορία ότι οι Γερμανοί έχουν υπονομεύσει όλες τις βιομηχανικές και λιμενικές εγκαταστάσεις στον Πειραιά και έχουν αποφασίσει να τις τινάξουν στον αέρα ταυτόχρονα με την αποχώρηση των δυνάμεών τους.
Η επιδίωξή τους αυτή θα μπορούσε να υλοποιηθεί αναίμακτα, καθώς ήδη ο στρατιωτικός διοικητής Αττικής στρατηγός Π. Σπηλιωτόπουλος και οι Αγγλοι είχαν δόσει εντολή να μην αναλάβει καμιά επιθετική ενέργεια ο ΕΛΑΣ κατά των Γερμανών όταν θα αποχωρούσαν από την Αθήνα.
Το ΚΚΕ και το στρατιωτικό τμήμα του ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ, αποφασίζουν να αγνοήσουν την παραίνεση του Βρετανού αντισυνταγματάρχη Γιανκ «να μην πειραχτούν οι Γερμανοί» και να σώσουν τις υποδομές στον Πειραιά, κρατώντας απόλυτα μυστική όλη την οργάνωση της επιχείρησης.
Δεν υπήρχε εργοστάσιο χωρίς Κομματική και ΕΑΜική Οργάνωση
Τον Οκτώβρη του 1944, το ΚΚΕ (και περισσότερο το ΕΑΜ ως μέτωπο) ήταν μακράν το ισχυρότερο και μαζικότερο πολιτικό κόμμα και στον Πειραιά. Σε έναν πληθυσμό 250 - 300 χιλ. κατοίκων, οι εθνικοαπελευθερωτικές οργανώσεις (ΕΑΜ, ΕΕΑΜ, ΕΛΑΣ, ΕΠΟΝ, ΕΑ) αριθμούσαν πάνω από 100 χιλ. οργανωμένα μέλη. Δηλαδή το 33% έως το 40% του πειραιώτικου λαού.
Δεν υπήρχε εργοστάσιο και χώρος δουλειάς που να μην είχε Κομματική και ΕΑΜική Οργάνωση, με πολύ υψηλό κύρος και επιρροή. Πολλά εργοστάσια είχαν ένοπλη εργατική φρουρά (π.χ. Ηλεκτρική, Ναυπηγεία Αμπελακίων) ή προστασία από τα ένοπλα τμήματα του ΕΛΑΣ στην περιοχή τους (π.χ. Λιπάσματα, Τσιμέντα, Μηχανουργία, ΣΕΚ, Παπαστράτος, Λιμάνι, Ναύσταθμος, Ναυπηγεία Περάματος κ.ά.). Χωρίς αυτήν τη σχέση δεν θα ήταν δυνατό να σωθεί ο Πειραιάς κατά την αποχώρηση των Γερμανών. Από το 1942 ακόμα, δεν υπήρχε μεταλλουργικό εργοστάσιο που να μην έχει στηθεί Κομματική και ΕΑΜική Οργάνωση, όπως και στα μεγάλα εργοστάσια του Βασιλειάδη με 3.000 περίπου εργάτες και του Ροντήρη με 800 - 1.000. Το 82% της οργανωτικής σύνθεσης της Κομματικής Οργάνωσης Πειραιά του ΚΚΕ ήταν εργάτες. Και είναι χαρακτηριστικό ότι στους εορτασμούς για τα 26 χρόνια από την ίδρυση του ΚΚΕ, στον Πειραιά συμμετείχαν 70 χιλ. λαού, ενώ καθημερινά διακινούνταν 15 χιλ. φύλλα «Ριζοσπάστη».
Το 6ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ
Σε αυτό το κλίμα και με αυτά τα δεδομένα, το 6ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ με στρατιωτικό διοικητή τον Σωτήρη Κύβελο και καπετάνιο τον Νίκανδρο Κεπέση, από τις αρχές του Σεπτέμβρη ακόμα, διατάσσει τις δυνάμεις του έτσι που να κρατηθεί ο Πειραιάς κάτω από τον έλεγχο του ΕΛΑΣ και να δοθεί μάχη για τη σωτηρία των υποδομών. Στη διάθεσή τους έχουν διακόσια ογδόντα ντουφέκια και είκοσι αυτόματα, σχεδόν τίποτα μπροστά στην υπεροπλία της Βέρμαχτ, που διέθεσε ειδικά για την προστασία της ομάδας που θα έκανε την ανατίναξη ένα Τάγμα με βαριά πυροβόλα, όλμους και τανκς. Είχαν στήσει τέσσερα πυροβόλα στο κέντρο της πόλης, τον Προφήτη Ηλία, και στον Καραβά της Κοκκινιάς.
Το πρώτο τάγμα, του 6ου Συντάγματος, με διοικητή τον «Νώντα» (Ευσταθόπουλος έφεδρος υπολοχαγός) και καπετάνιο τον Αλέκο Βαρυτιμίδη, παίρνει διάταξη στην περιοχή από Ηλεκτρικό Σταθμό, Ρετσίνα και έως το Πέραμα. Στην ευθύνη του έχει τα εργοστάσια Παπαστράτος, Αλευρόμυλοι, Λιπάσματα, Τσιμέντα και Ηλεκτρική (Πάουερ). Ολα υπονομευμένα με εκρηκτικά. Ειδικά για την Ηλεκτρική ο ΕΛΑΣ γνωρίζει από τον αρχιτεχνίτη ότι το εργοστάσιο είναι υπονομευμένο με τέσσερις τόνους εκρηκτικά (τοποθετημένα κάτω από τις τουρμπίνες ηλεκτροπαραγωγής). Μέσα στο εργοστάσιο δρα ήδη σε απόλυτη παρανομία ο λόχος Ηλεκτρικής του ΕΛΑΣ με επικεφαλής τον Σωτήρη Καλαμπόκη. Στον Ευσταθόπουλο δίνεται διαταγή να κρατηθεί ειδικά το εργοστάσιο της Ηλεκτρικής πάση θυσία.
Ο πρώτος λόχος του τάγματος, με τους Αντώνη Αντύπα και Βασίλη Λαγωνίκα στη διοίκηση, κρατά από Ταμπούρια προς Πειραιά, ο δεύτερος με τον Βασίλη Βεζυρόπουλο κρατά από την Αμφιάλη έως και το ύψωμα του Αγ. Γεωργίου (αυτός κρατά την Ηλεκτρική), ο τρίτος λόχος με τον Χρήστο Ιωακειμίδη είναι στην Ευγένεια και κρατά το ύψωμα αριστερά (νοτιοανατολικά) της Ηλεκτρικής και ο 4ος με τους Αριστείδη Σπύρου και Δικαίο Κατσικαδάκο κρατά από οδό Κυδωνίων έως τον Αγ. Διονύση στο λιμάνι.
Αεροφωτογραφία ντοκουμέντο: Το εργοστάσιο της Ηλεκτρικής στο Κερατσίνι τις μέρες που έγινε η ομώνυμη μάχη
Το σχέδιο και οι μάχες
Ο χρόνος μετρούσε αντίστροφα, καθώς σύμφωνα με τη μαρτυρία του Σωτήρη Κύβελου, ο ΕΛΑΣ γνώριζε ότι η ανατίναξη των εργοστασίων θα γίνει στις 12 Οκτώβρη στις 3 το μεσημέρι. Επρεπε να εξουδετερωθεί το κέντρο ανατίναξης, δηλαδή το σημείο στο οποίο κατέληγαν όλες οι καλωδιώσεις. Αυτό βρισκόταν στη διασταύρωση Οδυσσέως και Ευαγγελιστρίας. Ηταν ένα τσιμεντένιο οχυρό βάθος 4-5 μέτρων. Παραμονές της επιχείρησης αυτομόλησε Γερμανός αξιωματικός και παρέδωσε στον ΕΛΑΣ το σχέδιο των καλωδιώσεων. Ταυτόχρονα, ο ΕΛΑΣ εξασφάλισε από τις δυνάμεις των Ιταλών την παράδοση των όπλων τους στις δικές του δυνάμεις, ενώ από εργάτες του λιμανιού αρπάζονται πυρομαχικά από τις γερμανικές αποθήκες.
Συγκροτήθηκε επίλεκτο τμήμα από το 4ο Τάγμα του ΕΛΑΣ, που ήταν στο κέντρο του Πειραιά, με τη συνδρομή του ΕΛΑΝ και επικεφαλής τον έφεδρο ανθυπολοχαγό Μιλτιάδη Αλικάκο και τον Καπετάνιο του Τάγματος Σωτήρη Καλαμπόκη. Με βάση το σχέδιο, τη νύχτα 11 προς 12 Οκτώβρη έκοψαν τα καλώδια στο σημεία διασταύρωσης στην οδό 2ης Μεραρχίας και Κολοκοτρώνη, από τα οποία θα ανατινάζονταν η Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, το Τελωνείο και η αριστερή πλευρά του λιμανιού. Εκοψαν επίσης τα καλώδια στη γέφυρα του Αγ. Διονύση, από τα οποία θα τινάζονταν η δεξιά πλευρά του λιμανιού, τα Λιπάσματα και η Ηλεκτρική. Χαμογελώντας, το πρωί ο Καλαμπόκης παραδίδει στη διοίκηση του 6ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ τυλιγμένα σε εφημερίδα τα κομμένα καλώδια...
Οι Γερμανοί στέλνουν περίπολο στα Ταμπούρια για την επανασύνδεση των καλωδίων, γίνεται μάχη κατά την οποία αφήνουν στον τόπο 3 νεκρούς και όλα τα υλικά τους. Είχε προηγηθεί μάχη το πρωί της 11 Οκτώβρη στην ίδια την Ηλεκτρική, καθώς οι Γερμανοί συνέλαβαν 4 ΕΛΑΣίτες την ώρα που έκαναν αποναρκοθέτηση στην ευρύτερη περιοχή και τους έκλεισαν στο εργοστάσιο. Το εργοστάσιο κυκλώθηκε από δυνάμεις του ΕΛΑΣ και οι Γερμανοί κινούν τμήματά τους για ενίσχυση από το εργοστάσιο της ΚΟΠΗ. Αρχίζει σφοδρή μάχη μπροστά στο νεκροταφείο της Ανάστασης. Οι Γερμανοί αναγκάζονται να υποχωρήσουν, με τον ΕΛΑΣ να μετρά τους 3 πρώτους νεκρούς του σ' αυτήν την επιχείρηση. Οι 4 ΕΛΑΣίτες αφήνονται ελεύθεροι, παραδίδεται η γερμανική φρουρά του εργοστασίου και εγκαθίσταται φρουρά από τον ΕΛΑΣ.
Στις 3 το μεσημέρι της 12ης Οκτώβρη, καθώς οι ανατινάξεις δεν μπορούν να γίνουν, οι Γερμανοί στέλνουν τμήματα να κάνουν ανατινάξεις με νάρκες. Κατορθώνουν να κάνουν μόνο μία σ' έναν γερανό στο λιμάνι. Ο Πειραιάς είναι ήδη ολόκληρος στα χέρια του ΕΛΑΣ. Η μάχη όμως δεν έχει τελειώσει.
Από τη Θηβών, γερμανικά τμήματα κατεβαίνουν στον Πειραιά. Στη Λεύκα γίνεται μάχη. Αναγκάζονται να υποχωρήσουν, όμως ο ΕΛΑΣ μετρά ανάμεσα στους νεκρούς του τον ίδιο τον διοικητή του Τάγματος Σωτήρη Καλαμπόκη, που είχε κόψει τα καλώδια, και τον Καπετάνιο του ΕΛΑΝ Π. Καβαλιεράτο. Ηταν το τίμημα για να σωθεί από την ανατίναξη η μεγάλη περιστρεφόμενη «πλάκα» του ΟΣΕ.
Τα χαράματα της 13ης Οκτωβρίου η περιοχή συγκλονίστηκε από τη δυνατή έκρηξη που προκλήθηκε από την ανατίναξη των εγκαταστάσεων της Shell στο Πέραμα. Αμέσως εκδηλώθηκε γενική κινητοποίηση των κατοίκων, οι οποίοι έστησαν πρόχειρα οδοφράγματα αποκλείοντας την περιοχή, ενώ το 2ο τάγμα του ΕΛΑΣ της Κοκκινιάς τοποθετήθηκε στο νεκροταφείο, προκειμένου να εμποδίσει πιθανές μετακινήσεις άλλων γερμανικών δυνάμεων.
Το ίδιο βράδυ, δώδεκα με μία τη νύχτα, ξημερώνοντας η Παρασκευή 13 του μήνα, γερμανικό τμήμα με 60 επίλεκτους και 4 βαριά πυροβόλα ανατινάζει αποθήκες της «SHELL» στο Πέραμα κι από 'κει κατευθύνεται προς την Ηλεκτρική. Το ΕΑΜ και η ΕΠΟΝ καλούν το λαό να στήσει οδοφράγματα για να εμποδιστεί η κάθοδος τανκς που αρχίζουν να κατεβαίνουν από το Δαφνί. Ολοι οι δρόμοι κλείνουν.
Οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ καθηλώνουν τις δυνάμεις των Γερμανών στη γέφυρα ανάμεσα στο Σαπουνάδικο και τους Μύλους του Αγ. Γεωργίου. Η μάχη κρατά δυόμιση ώρες και τελειώνει με 11 νεκρούς Γερμανούς στρατιώτες και τους υπόλοιπους αιχμαλώτους, ανάμεσά τους ο διοικητής τους, Χανς Λίντερμαν. Ο ΕΛΑΣ μετρά άλλους 8 νεκρούς σ' αυτήν τη μάχη.
Στις 6.45 εμφανίστηκε το γερμανικό απόσπασμα που είχε ανατινάξει τη Shell και το οποίο είχε λάβει τη διαταγή να καταστρέψει τα εργοστάσια του Αγίου Γεωργίου και του Νέου Φαλήρου, όπως ομολόγησε αργότερα ο επικεφαλής Γερμανός Χανς Λίντερμαν που συνελήφθη αιχμάλωτος. Το απόσπασμα ανήκε στο ειδικό επί των ανατινάξεων τμήμα του Μηχανικού των Es Es . Αποτελείτο από 56 άνδρες βαριά οπλισμένους με αυτόματα και τέσσερα μηχανοκίνητα πολυβόλα. Επέβαιναν σε δύο αυτοκίνητα που τα ακολουθούσαν τρία φορτηγά με πυρομαχικά, ενώ της φάλαγγας προηγούνταν μοτοσυκλετιστές. Σύμφωνα με κάποιες μαρτυρίες, καθώς έφτασαν στο γεφυράκι, το οποίο ήταν εν μέρει καλυμμένο, έχασαν την οπτική τους επαφή με το εργοστάσιο και ζήτησαν πληροφορίες από έναν περαστικό ηλικιωμένο άνδρα. Εκείνος τους έδειξε προς την περιοχή της Ευγένειας, όπου βέβαια βρίσκονταν οι ακροβολισμένοι ελασίτες του 3ου Λόχου. Οι Γερμανοί ξεκίνησαν, όπως γρήγορα αντίκρισαν την τεράστια καμινάδα της «Ηλεκτρικής». Αντιλαμβανόμενοι την απάτη, γύρισαν πίσω προς τη σωστή κατεύθυνση, συνάντησαν εκ νέου τον γέροντα και τον εκτέλεσαν.
Μόλις η πομπή φάνηκε από μακριά, ο δωδεκάχρονος Ευάγγελος Τσοβαρδέλης είδε τους μοτοσυκλετιστές και έσπευσε να ειδοποιήσει τον ΕΛΑΣ. Το σχέδιο της Διοίκησης, το οποίο είχε επεξεργαστεί ο Νίκανδρος Κεπέσης, βασιζόταν σε μια σύσταση εκ του συστάδην, αφήνοντας τους Γερμανούς να πλησιάσουν όσο γινόταν περισσότερο, επιτρέποντάς τους ακόμη και να παραβιάσουν την πύλη ή να αναρριχηθούν στο μαντρότοιχο, καθώς μια μάχη εκ παρατάξεως δεν ήταν εφικτή, λόγω του ελαφρού τους οπλισμού και της έλλειψης σχετικής στρατιωτικής εμπειρίας.
Πράγματι, μόλις οι Γερμανοί πλησίασαν την πύλη του εργοστασίου, ο σκοπευτής Χρήστος Φερούσης πυροβόλησε μέσα από το εργοστάσιο τον οδηγό του πρώτου οχήματος, υποχρεώνοντας τη φάλαγγα να ακινητοποιηθεί κοντά στο γεφυράκι. Αμέσως μια χειροβομβίδα ανατίναξε ένα από τα γερμανικά οχήματα. Αιφνιδιασμένοι οι Γερμανοί δέχτηκαν καταιγιστικά πυρά από μια απόσταση περίπου εξήντα – εκατό μέτρων, που προερχόταν από όλες τις κατευθύνσεις. Πανικόβλητοι προσπάθησαν ενστικτωδώς να καλυφθούν κάτω από τα οχήματα και να αμυνθούν με παρατεταμένες βολές κατά ριπάς. Όμως παρέμεναν ουσιαστικά εγκλωβισμένοι στον κλοιό που είχαν σχηματίσει οι λόχοι του ΕΛΑΣ και η ομάδα του Καλαποθάκου, η οποία έβαλλε από το εργοστάσιο. Οι Γερμανοί έριχναν συνεχώς φωτοβολίδες ζητώντας απεγνωσμένα ενισχύσεις, καθώς ο κλοιός γύρω τους στένευε, ενώ οι άνδρες του ΕΛΑΣ τους καλούσαν με τηλεβοες να παραδοθούν. Ο διοικητής του 1ου τάγματος του ΕΛΑΣ Πέτρος Ευσταθόπουλος ή Νώντας έδωσε τότε διαταγή γενικής εφόδου.
Aρχισε έτσι η επίθεση των δυνάμεων του ΕΛΑΣ, του οποίου ο υποτυπώδης οπλισμός αποτελείτο από λίγα ταλαιπωρημένα και αναξιόπιστα ιταλικά όπλα, μερικά περίστροφα και αρκετές χειροβομβίδες, στις οποίες ουσιαστικά στήριξαν όλητην επιχείρηση.
Οι Γερμανοί προέβαλαν σθεναρή αντίσταση, γεγονός που ανάγκασε τον Βαρυτιμίδη και το Μωυσιάδη να ζητήσουν ενισχύσεις από τις εφεδρικές δυνάμεις της Κοκκινιάς. Πράγματι, ο κομματικός υπεύθυνος του Κερατσινίου Μίχος, μετά από συνεννόηση με τον αντίστοιχο υπεύθυνο της Κοκκινιάς, Παράσχο, επιβιβάστηκαν σε τρεις πυροσβεστικές αντλίες και έσπευσαν στον τόπο της συμπλοκής.
Έπειτα από σκληρή μάχη που διήρκεσε περισσότερο από τρεις ώρες, άρχισε η σταδιακή παράδοση των Γερμανών, οι οποίοι ήδη μετρούσαν εννέα νεκρούς και δεκαέξι τραυματίες. Ο ένας μετά τον άλλο άρχισαν να υψώνουν λευκά μαντίλια , αφού προηγουμένως είχαν ρίξει και την τελευταία τους σφαίρα. Είκοσι περίπου συνελήφθησαν αιχμάλωτοι μεταξύ αυτών και ο επικεφαλής τους Λίντερμαν.
Το εργοστάσιο της «Ηλεκτρικής», μια σημαντική ενεργειακή μονάδα της χώρας που τροφοδοτούσε ολόκληρο το λεκανοπέδιο, είχε διασωθεί. Επιπλέον, η εξουδετέρωση του αποσπάσματος ανατινάξεων των Ες Ες απέτρεψε τεράστιες καταστροφές σε εγκαταστάσεις υποδομής, καθοριστικές για την οικονομία της Ελλάδας.
Στο πεδίο της τιμής, όμως, 11 πατριώτες είχαν σκοτωθεί και άλλοι 8 ήταν τραυματίες. Την ημέρα που ολόκληρη η Ελλάδα πανηγύριζε, το ηρωικό Κερατσίνι κήδευε τους νεκρούς της μάχης της «Ηλεκτρικής» στον περίβολο του εργοστασίου, υπό την επιβλητική παρουσία ενόπλων τμημάτων του ΕΛΑΣ. Πένθος από τη μια και χαρμόσυνες κωδωνοκρουσίες από την άλλη, να καλούν τον κόσμο στη μεγαλειώδη παρέλαση της Νίκης που γίνεται υπό ασταμάτητη βροχή. Το σύνθημα που κυριαρχούσε παντού ήταν «ΕΛΑΣ – Λαοκρατία».
Η κηδεία των νεκρών της Ηλεκτρικής στον περίβολο του εργοστασίου, στις 16 Οκτώβρη του 1944
Αυτή ήταν η τελευταία μάχη του ΕΛΑΣ ενάντια στους Γερμανούς στο λεκανοπέδιο. Η μάχη για την σωτηρία της Ηλεκτρικής. Για να μην στερηθεί ο λαός και ο τόπος το αγαθό του ρεύματος. Γιατί ακόμα και την ώρα που αποχωρούσαν από την Ελλάδα, αυτήν ήταν που είχαν βάλει στο μάτι οι Γερμανοί: Την «Ηλεκτρική».
Ο Θ.Βέγγος και η σχέση της οικογένειάς του με τη μάχη της Ηλεκτρικής
Η εμπλοκή της οικογένειας του αγαπημένου ηθοποιού Θανάση Βέγγου στην Μάχη της Ηλεκτρικής,έχει να κάνει με τον πατέρα του που συμμετείχε σ΄ αυτή. Αυτό το γεγονός σημάδεψε τη ζωή όλης της οικογένειας,αλλά έκανε και τον Θανάση Βέγγο ηθοποιό! Πως;
Ο πατέρας του Βαγγέλης ήταν εργάτης στην Εταιρεία Ηλεκτρισμού στον Πειραιά, αλλά και μαχητής του ΕΛΑΣ Πειραιά. Συμμετείχε στην Μάχη. Γι΄ αυτή του τη συμμετοχή όταν οι Γερμανοί έφυγαν και οι ταγματασφαλίτες συνεργάτες τους όχι μόνο δεν τιμωρήθηκαν αλλά …ανέλαβαν και θέσεις απολύθηκε!!!
Η απόλυση του πατέρα του ανάγκασε τον Θανάση Βέγγο να βγει στη βιοπάλη. Ήταν 17 ετών όταν δούλευε στην επεξεργασία δερμάτων και έκανε μικροθελήματα στη γειτονιά του.
Και η τιμωρία για τη συμμετοχή στη Μάχη δεν σταμάτησε με την απόλυση του πατέρα Βέγγου. Όταν ο Θανάσης πήγε να υπηρετήσει τη θητεία του τον έστειλαν να …υπηρετήσει στο Κολαστήριο της Μακρονήσου, όπου παρέμεινε μέχρι το 1951.Εκεί όμως γνώρισε τον σκηνοθέτη Νίκο Κούνδουρο.
Αρχικά τον έστειλαν να δουλεύει στα νταμάρια, όπου ο ηθοποιός κόντεψε να αρρωστήσει από τη σκόνη που κατάπινε. Μέχρι το τέλος της ζωής του, ο Βέγγος απεχθανόταν τη σκόνη και τη βρωμιά, γιατί του θύμιζε τα χρόνια στη Μακρόνησο. Αρχικά η διαμονή του στο νησί φάνταζε κόλαση, αλλά στο τέλος αποδείχτηκε σημαντικός σταθμός για τη ζωή του. Εκεί ήρθε πρώτη φορά σε επαφή με το θέατρο και σημαντικούς εξόριστους καλλιτέχνες, όπως τον Μάνο Κατράκη. Όμως, ήταν η γνωριμία του με τον σκηνοθέτη Νίκο Κούνδουρο που έμελλε να αλλάξει για πάντα τη ζωή του.
Ο Κούνδουρος συμπάθησε τον Βέγγο και μετά από την απελευθέρωσή τους τον πήρε στο μικρό στούντιό του, σαν άνθρωπο για όλες τις δουλειές. Όμως στη συνέχεια, ανίχνευσε το πηγαίο ταλέντο του εθνικού μας κωμικού και αποφάσισε να τον δοκιμάσει ως ηθοποιό. Έτσι η πρώτη ταινία του Βέγγου, γυρίζεται ένα χρόνο μετά την αποφυλάκιση του, το 1952 και είναι η «Μαγική πόλη».
Φάρος του Πνεύματος