Η κίνηση που άλλαξε τα δεδομένα στα περιοδικά

Το καλοκαίρι του 1956 κυριαρχούσαν τα λαϊκά περιοδικά. Με αναγνώσματασυνεχείας, φωτορομάντζα και χρονογραφήματα και ευθυμογραφήματα ήταν το απαραίτητο συμπλήρωμα κάθε οικογένειας. Αγαπούσαν τους αναγνώστες τους και μισούσαν τη πολιτική. Έπρεπε να απευθύνονται σε όλους.
Τα εξώφυλλα των δύο ανταγωνιστικών περιοδικών κυκλοφόρησαν την ίδια μέρα, Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου άσχετα εάν ο Θησαυρός έχει ημερομηνία 2 Σεπτεμβρίου
Στην αγορά ηγέτης ήταν ένα περιοδικό. Ο Θησαυρός του Γιάννη Παπαγεωργίουπου λίγα χρόνια νωρίτερα είχε εκδώσει την πρώτη ίσως λαϊκή εφημερίδα, την Αθηναϊκή. Πουλούσε γύρω στα 100.000 φύλλα την εβδομάδα και η τιμή του ήταν 4 δραχμές.
Με την ίδια τιμή προσπαθούσαν να το ανταγωνιστούν και τα υπόλοιπα περιοδικά του είδους, χωρίς επιτυχία. Από αυτά ξεχώριζε το Ρομάντσο που ήταν καθηλωμένο στα 10.000 φύλλα.
Ο Θησαυρός είχε τους καλύτερους δημοσιογράφους της εποχής. Ο Παύλος Παλαιολόγος έγραφε μια ιστοριούλα στην 2η σελίδα, ο Γιώργος Θίσβιος σατίριζε έμμετρα την επικαιρότητα, ο Δημήτρης Ψαθάς έδινε τις «εύθυμες περιπέτειες», οι Μιχάλης Γαλλίας με την «χοντρή και τον Ζαχαρία», ο Βασίλης Χριστοδούλου και ο Αρχέλαος ήταν το «βαρύ πυροβολικό» στις γελοιογραφίες, ο Γιάννης Β. Ιωαννίδηςπου είχε συμμετάσχει στην αντίδραση κατά των Γερμανών έγραφε ιστορίες ηρωισμού εκείνης της εποχής, ενώ υπήρχαν πολλά μυθιστορήματα και διηγήματα μεταφρασμένα από ξένα περιοδικά.
Η χοντρή και ο Ζαχαρίας έγραψαν ιστορία στον Θησαυρό. Σε μια εποχή που η Ελλάδα πεινούσε τα περιττά κιλά δεν προκαλούσαν μόνο γέλιο, αλλά και ζήλια
Το Ρομάντσο είχε συνεργασία με τους Νίκο Τσιφόρο και Πολύβιο Βασιλειάδη που ως συγγραφικό δίδυμο είχαν στο ενεργητικό τους πολλές θεατρικές επιτυχίες. Ο καθένας είχε μια σελίδα για να αναπτύξει τις ιστορίες του με χιούμορ. Κι εδώ έγραφε ο Παύλος Παλαιολόγος, όχι ιστοριούλες, αλλά το χρονογράφημα. Η Ιωάννα Μπουκουβάλα Αναγνώστου είχε αναλάβει τα μεγάλα μυθιστορήματα συνεχείας κι είχε φανατικό κοινό, ο Χρήστος Αγγελομάτης μας γύριζε πίσω στην εποχή των πειρατών, ο Γιώργος Λυδίας παρουσίαζε τα κοινωνικά δράματα της εποχής, αληθινές ιστορίες με εγκλήματα, πάθους, τιμής κι ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς.
Ο Νίκος Θεοφανίδης, Μικρασιάτης έξυπνος και δουλευταράς αποφάσισε να τα παίξει «όλα για όλα». Πούλησε ένα οικόπεδο της γυναίκας του και πήρε το μεγάλο ρίσκο: Αποφάσισε να μειώσει την τιμή του περιοδικού του, από 4 σε 3 δραχμές με στόχο να ανεβάσει το τιράζ, άρα και την διαφήμιση. Σε μεγάλα τιράζ το περιοδικό θα είχε κέρδος. Σε μικρά θα κατέγραφε ζημιές και θα έκλεινε όλη η επιχείρηση.
Τα περισσότερα λεφτά τα έριξε στη διαφήμιση. Το σλόγκαν ήταν έξυπνο: «Τι αγοράζεις με 3 δραχμές;» και στην πορεία αποκάλυπτε ότι ήταν η τιμή του περιοδικού.
Ο Γιάννης Παπαγεωργίου απάντησε με αύξηση σελίδων. Το Ρομάντσο θα κυκλοφορούσε με 68 σελίδες την εβδομάδα, κι ο Θησαυρός στις διαφημιστικές καταχωρήσεις του τόνιζε ότι θα έχει 100 σελίδες.
Το τεύχος που κυκλοφόρησε την Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 1956 έγινε ανάρπαστο. Εξαντλήθηκαν και τα 40.000 περιοδικά που είχαν τυπωθεί. Ήταν ένας θρίαμβος ανεπανάληπτος που είχε και συνέχεια.
Μέχρι το τέλος του χρόνου το Ρομάντσο ανέβαινε εντυπωσιακά για να φθάσει στο τέλος του 1956 να έχει πιάσει τα 100.000 φύλλα και ο ανταγωνιστής Θησαυρός να καταγράφει μεγάλες κυκλοφοριακές απώλειες που σταδιακά έγιναν και δημοσιογραφικές. Τα επόμενα χρόνια ο Θεοφανίδης πήρε από τον Θησαυρό στοΡομάντσο τους γελοιογράφους Αρχέλαο, Βασίλη Χριστοδούλου, τους Γιάννη Β. Ιωαννίδη και πολλούς άλλος γνώριμους στους νέους αναγνώστες του περιοδικού του που είχαν απαρνηθεί τον Θησαυρό.
Οι Βαρελόφρονες ήταν η πρώτη πετυχημένη γελοιογραφική σειρά του Ρομάντσο
Ήταν μια κίνηση που έμεινε στην ιστορία του ελληνικού περιοδικού τύπου.  Ακόμα και σήμερα αποτελεί το μεγαλύτερο «κόλπο» για αύξηση κυκλοφορίας. Κι έγινε από έναν άνθρωπο που δεν είχε σπουδάσει, αλλά ήταν έμπορος και εκδότης. Έπιανε τα μηνύματα των καιρών. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι με το θάνατό του ουσιαστικά γκρεμίστηκε η αυτοκρατορία του.