Στην διακήρυξη που, στο Σίμπιου της Ρουμανίας, υπέγραψαν οι 27 ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης την 9η Μαΐου, ανακηρυγμένη ως ημέρα της Ευρώπης, πέρα από τις πολλές υποσχέσεις και τους αυτοεπαίνους για την εξασφάλιση δημοκρατίας, ελευθερίας, ασφάλειας, ευημερίας κλπ. η αναφορά πως «δεν υπάρχει χώρος για διαιρέσεις που είναι αντίθετες στο συλλογικό μας συμφέρον» συνδέθηκε με τα γεγονότα που συνέβησαν τριάντα χρόνια πριν, όταν «εκατομμύρια άνθρωποι πολέμησαν για την ελευθερία τους και για την ενότητα και γκρέμισαν το Σιδηρούν Παραπέτασμα που είχε διχοτομήσει την Ευρώπη για δεκαετίες».
Εβδομήντα τέσσερα χρόνια από την νίκη του κόκκινου στρατού της ΕΣΣΔ εναντίον το ναζισμού, με τη Σοβιετική Ένωση να μη υπάρχει πια, η ΕΕ θυμήθηκε πως αυτό που την ενώνει είναι το γκρέμισμα του Σιδηρού Παραπετάσματος. Γι’ αυτό και το περιεχόμενο της επετείου της 9η Μαΐου η ΕΕ το αντικαθιστά με μεθοδικό τρόπο και από επέτειο της ολοκληρωτικής στρατιωτικής ήττας του ναζισμού με άνευ όρων συνθηκολόγηση των Γερμανών στα 1945 μετατρέπεται σε ημέρα της Ευρώπης. Την ημέρα που ο Ρ. Σούμαν το 1950 διάβασε τη διακήρυξη για την ευρωπαϊκή οικονομική κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα.
Ο όρος σιδηρούν παραπέτασμα έγινε διάσημος από τον Ουίνστων Τσώρτσιλ από ομιλία του το 1946 σε κολλέγιο στο Fulton του Μισσούρι των ΗΠΑ και χρησιμοποιήθηκε για τα επόμενα 45 χρόνια του ψυχρού πολέμου. Ήταν ένας όρος ο οποίος βόλευε την δυτική προπαγάνδα η οποία παρουσίαζε τους λαούς των λαϊκών δημοκρατιών της ανατολικής Ευρώπης ως αιχμαλώτους πίσω από ένα αδιαπέραστο φράγμα, χωρίς επαφή με τον υπόλοιπο κόσμο. Η χρήση του από την ΕΕ εντάσσεται στις προσπάθειές της για παραποίηση της σύγχρονης ιστορίας, συκοφαντώντας τις εμπειρίες του σοσιαλισμού και εξισώνοντας φασισμό με κομμουνισμό, ενώ ολοένα και περισσότερο απαξιώνονται και αποσιωπώνται τα εγκλήματα του ναζιστικού φασισμού.
Οι καπιταλιστές της Ευρώπης επειδή φοβήθηκαν τις νίκες του κόκκινου στρατού, που απελευθέρωναν τα έθνη της ανατ. Ευρώπης από τη φασιστική κατοχή, προσπάθησαν σχεδόν την επαύριο της λήξης του Β παγκοσμίου πολέμου να οργανωθούν εναντίον των κομμουνιστών που είχαν κερδίσει δύναμη και αίγλη κατά τη διάρκεια και μετά τον πόλεμο. Η δημιουργία του ΝΑΤΟ αυτό το σκοπό εξυπηρετούσε. Φυσικά δεν ενδιαφέρονταν μόνο για να αποτρέψουν μακροπρόθεσμα μια πιθανή επανάσταση, αλλά περισσότερο προσπαθούσαν να καταστείλουν ή να χειριστούν τα προοδευτικά κοινωνικά κινήματα μέσω του στρατιωτικού και ιδεολογικού πολέμου. Και όσο τα ευρωπαϊκά κομμουνιστικά κόμματα απομακρύνονταν από τον λενινισμό, η τάση προς υπερεθνική οικονομική ολοκλήρωση της Ευρώπης κέρδιζε έδαφος με τον ευρωκομμουνισμό να αποδέχεται την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα ως μέσο για την οικονομική ανάπτυξη. Παρουσιάζονται διαφορετικές εκδοχές της νέας αριστεράς με απόψεις για τρίτο δρόμο προς το σοσιαλισμό και κοινωνικά κινήματα που εστιάζουν το ενδιαφέρον σε προβλήματα ταυτότητας και δικαιωμάτων τα οποία περιορίζουν την αντίθεσή τους μέσα στο πλαίσιο της αστικής δημοκρατίας. Δημιουργούνται κοινωνικά φόρουμ, εναλλακτικά κοινωνικά προγράμματα και κινήματα χωρίς ν’ αμφισβητούν τη θεσμική βάση του συστήματος και η ευφορία για μετεξέλιξη του καπιταλισμού δια της νομοθεσίας κυριαρχεί.
Αν όμως η εξισορρόπηση δύναμης, που διατηρούσαν η Σοβιετική Ένωση και οι σοσιαλιστικές χώρες ενάντια στον απεριόριστο ιμπεριαλισμό, επέτρεψε σε ορισμένες χώρες και περιοχές να ενεργούν σχετικά ανεξάρτητα από τις επιταγές του ιμπεριαλισμού, μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και το τέλος της πολιτικής επιρροής του σοσιαλισμού πάνω σε κοινωνικά και απελευθερωτικά κινήματα, τέτοια κινήματα πια εκβιάζονταν σε συμμόρφωση με ιμπεριαλιστικούς στόχους. Στις τελευταίες μάλιστα δεκαετίες η κυρίαρχη εξουσία επεκτείνει τον ορισμό της απειλής γι’ αυτήν σε κάθε είδους αστάθεια που προκαλείται από την πολιτική και οικονομική κρίση.
Ο καπιταλισμός και ιμπεριαλισμός ανασυγκροτείται τριάντα χρόνια τώρα και σε χώρες και περιοχές όπου είχε αναγκαστεί να υποχωρήσει. Το ΝΑΤΟ συνεχίζει να οργανώνει αντεπαναστατικές δυνάμεις με στρατιωτικά και ιδεολογικά μέσα για την εκτέλεση ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών. Και από κοντά η ΕΕ με τη δημιουργία της δικής της ιδεολογικής εικόνας για θεμελιώδεις αξίες, όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη δημοκρατία, το κράτος δικαίου, και της κατασκευής μιας κοινής ιστορικής μνήμης, που πατά πάνω στην ταύτιση φασισμού –κομμουνισμού, ενδυναμώνει την ταυτότητα και την εσωτερική της συνοχή της για να ενισχύσει τη δύναμη των ευρωπαϊκών καπιταλιστικών κέντρων.
Καθώς ο ιδεολογικός αγώνας των κομμουνιστών έχει υποχωρήσει οι ιδεολογικές παραστάσεις που δικαιώνουν την πρακτική της άρχουσας τάξης ευνοούν την καπιταλιστική κι ιμπεριαλιστική αποκατάσταση οδηγημένη από το αμερικανοκίνητο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η χρησιμοποίηση λοιπόν του όρου «σιδηρούν παραπέτασμα» πάνω στην ανάμνηση του οποίου επιχειρείται να στηριχτεί η ενότητα στη ΕΕ δείχνει και τους φόβους της. Το σιδηρούν παραπέτασμα χρησιμοποιείται για να κρυφτεί η πραγματικότητα. Πως η Ευρωπαϊκή Ένωση προωθεί τις πιο αντιδραστικές αντιλήψεις και παραποιήσεις της σύγχρονης ιστορίας, ενώ προωθεί συμφέροντα πολυεθνικών, επιδιώκει μια πολιτική υπερεθνικών επιθέσεων, εντατικοποιεί την εκμετάλλευση κι επιτίθεται στα κοινωνικά και εργασιακά δικαιώματα, ενισχύοντας καταπιεστικές τάσεις και πρακτικές περιορισμού θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών.
Κι έχοντας χάσει την αξιοπιστία τα παραδοσιακά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα νεοεμφανιζόμενα κινήματα ή κόμματα και αυτοπροσδιοριζόμενα ως αριστερά, εναλλακτικά, ριζοσπαστικά κλπ. παίρνουν τη θέση τους, όπως στα καθ’ ημάς ο ΣΥΡΙΖΑ, που αίρουν κάθε εμπόδιο στην καπιταλιστική ολοκλήρωση και την ιμπεριαλιστική επέλαση, χειραγωγώντας και παραπλανώντας. Η υπογραφή λοιπόν της αριστερής μας κυβέρνησης σ’ αυτήν τη διακήρυξη είναι απολύτως συνεπής με την πολιτική της διακυβέρνησης αυτά τα χρόνια που δικαιώνει τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης
Μ’ αυτή τη φλύαρη διακήρυξη της ΕΕ συγκεκριμενοποιείται μια ακόμα άοκνη προσπάθεια της άρχουσας τάξης για συκοφάντηση κι απαξίωση του κομμουνισμού, για να ποινικοποιηθεί το κομμουνιστικό ιδανικό, να διαγραφεί η αποφασιστική συμβολή των κομμουνιστών και του σοσιαλιστικού συστήματος για την ήττα των ναζιστών και για τις μεγάλες προοδευτικές και επαναστατικές εξελίξεις που επιτεύχθηκαν στον εικοστό αιώνα